Συμπληρώθηκε πριν από λίγες μέρες ένας χρόνος από το πλέον πολύνεκρο ναυάγιο της Μεσογείου. Στο βάθος η ανάγκη για δικαιοσύνη. Και πολλές ερωτήσεις που πρέπει να απαντηθούν.
Στις 14 Ιουνίου του 2023 το αλιευτικό Αdriana βυθίζεται στο βαθύτερο σημείο της Μεσογείου. Είχε ξεκινήσει από το Τομπρούκ της Λιβύης, όπως πολλά άλλα, με προορισμό την Ιταλία και περίπου 750 επιβάτες. Γυναίκες, παιδιά, νεαροί κυρίως άνδρες από το Πακιστάν, τη Συρία, την Αίγυπτο.
Bυθίστηκε, σύμφωνα με στοιχεία που έχουν έρθει στο φως κυρίως μέσα από δημοσιογραφικές έρευνες και γεωδεδομένα, σε περιοχή ελληνικής αρμοδιότητας έρευνας και διάσωσης. Toυλάχιστον 600 νεκροί σύμφωνα με εκτιμήσεις, 104 επιζώντες, μόλις 82 νεκρά σώματα που ανασύρθηκαν. Βυθίστηκε 15 ώρες μετά το πρώτο σήμα κινδύνου. Ακολούθησαν κι άλλα παρόμοια σήματα. Τα στοιχεία που μέχρι στιγμής έχουν αναλυθεί από βραβευμένους ανεξάρτητους δημοσιογράφους-ερευνητές του ARD, του Guardian, του Solomon και του Forensis Architecture αλλά και από ανεξάρτητες αρχές, όπως η Ευρωπαία Συνήγορος του Πολίτη, φαίνεται να συντείνουν στο ότι στις 15 ώρες που μεσολάβησαν από το πρώτο SOS μέχρι τη βύθιση του πλοιαρίου, το ναυάγιο θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
Ζητούμενο: Δικαιοσύνη
Για το “έγκλημα” της Πύλου κάνει λόγο ο Ηλίας Χρονόπουλος από την οργάνωση Refugee Support Aegean και την ερευνητική πλατφόρμα Open Source Research σε εκδήλωση του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στο Βερολίνο. Για την ανάγκη απονομής δικαιοσύνης, αλλά και για τη νέα Οδύσσεια που ακολούθησε έκτοτε για τους επιζώντες, που περιείχε από φυλακίσεις και άθλιες συνθήκες διαβίωσης μέχρι τον δύσβατο αγώνα για άσυλο στην Ελλάδα ή τη Γερμανία, αλλά και την απόρριψη, μίλησαν στην εκδήλωση νεαροί επιζώντες, συναισθηματικά φορτισμένοι, με τη βοήθεια του Τάρεκ Αλάος από την οργάνωση PRO ASYL.
Με εμφανή τα ψυχικά τραύματα, οι επιζώντες ζητούν μόνο ένα: να αποδοθεί πλήρως δικαιοσύνη. Σην Ελλάδα βρίσκεται σε εξέλικη δίκη στο Ναυτοδικείο, ενώ η δίκη στο Τριμελές Εφετείο Καλαμάτας σταμάτησε, γιατί το δικαστήριο έκρινε ότι είναι αναρμόδιο να εκδικάσει την υπόθεση, καθώς το ναυάγιο έγινε σε διεθνή ύδατα. Έτσι αφέθηκαν ελεύθεροι οι εννέα Αιγύπτιοι που κατηγορούνταν ως διακινητές. Σε εξέλιξη βρίσκεται επίσης η διαδικασία στον Έλληνα Συνήγορο του Πολίτη, ενώ η υπόθεση έχει φτάσει τόσο στον Ευρωπαίο Συνήγορο του Πολίτη, όσο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
“Εγνωσμένος κίνδυνος”
Καρέ-καρέ η Δήμητρα Ανδρίτσου από την ανεξάρτητη ερευνητική ομάδα Forensic Architecture παρουσίασε στοιχεία βάσει μαρτυριών, αντικειμενικών γεωδεδομένων και τρισδιάστατης αποτύπωσης, ανασυνθέτοντας το χρονικό της 15ωρης επιθανάτιας αγωνίας των επιβαινόντων, αλλά και των κινήσεων των αρμόδιων αρχών. Από το πρώτο σήμα που εστάλη μέσω του Alarm Phone από ακτιβίστρια μέχρι την άφιξη του σκάφους ΠΠΛΣ 920 του Λιμενικού στο σημείο και την προσπάθεια ώθησης του πλοίου δυτικά προς την περιοχή της ιταλικής αρμοδιότητας, σύμφωνα με την ως τώρα έρευνα.
Στο επίκεντρο βρίσκεται πάντα και το περίφημο “μπλε σχοινί” με το οποίο το Λιμενικό φέρεται να προσπάθησε να ρυμουλκήσει το πλοιάριο. Ενδιαφέρον έχουν και άλλα στοιχεία της δημοσιογραφικής έρευνας: ότι στο υπερσύγχρονο πλοιάριο του Λιμενικού δεν λειτουργούσαν τα συστήματα καταγραφής ή ότι μετά το ναυάγιο κατασχέθηκαν τα κινητά των επιζώντων που θα μπορούσαν ενδεχομένως να φέρουν αποδεικτικά στοιχεία, ενώ από την άλλη πλευρά τα κινητά όσων επέβαιναν στο σκάφους του λιμενικού κατασχέθηκαν μήνες μετά το συμβάν.
Όπως ανέφερε η Δήμητρα Ανδρίτσου, όλα τα στοιχεία που προέκυψαν από τη δημοσιογραφική έρευνα είναι στη διάθεση της δικαιοσύνης οποτεδήποτε ζητηθούν. Θα προσκομίζονταν και στη δίκη της Καλαμάτας, που όμως τελικά δεν έγινε. Η ίδια παρατηρεί μιλώντας στην DW ότι υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις στη συλλογή και εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων. Σύμφωνα με τον Σταύρο Μαλιχούδη, επικεφαλής του δημοσιογραφικού δικτύου Solomon, ο οποίος μίλησε στην DW, το βασικό συμπέρασμα των δημοσιογραφικών ερευνών είναι ότι “σε μια κατάσταση στην οποία το ελληνικό λιμενικό θα έπρεπε να έχει κινητοποιήσει μια επιχείρηση έρευνας και διάσωσης, δηλαδή σε μια κατάσταση στην οποία υπήρχε εγνωσμένα μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση για τους περίπου 750 επιβαίνοντες, δεν το έπραξε σε καμία περίπτωση. Αυτό είναι το συμπέρασμα που βγαίνει και από την έρευνα της Frontex για το συμβάν”.
Τι πρέπει να απαντηθεί
Για τον Σταύρο Μαλιχούδη υπάρχει ακόμη δρόμος που πρέπει να διανυθεί στην υπόθεση. Όπως αναφέρει στην DW : “Τα ερωτήματα που παραμένουν, έχουν να κάνουν με το πώς ακριβώς προκλήθηκε το ναυάγιο. Αυτό που προκύπτει από τη δική μας έρευνα και αυτό που λένε οι μαρτυρίες είναι ότι υπήρξε μια διπλή απόπειρα ρυμούλκησης του σκάφους, η οποία οδήγησε στην ανατροπή του. Οι επιβαίνοντες μας έχουν μιλήσει όχι απλά για ένα σχοινί, αλλά για ένα μπλε στοινί, το οποίο διαπιστώσαμε ότι χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο σκάφος ακόμη και σήμερα”.
Για τον ίδιο το κύριο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: “Γιατί σε καμία στιγμή ενώ υπήρχε γνώση του κινδύνου στον οποίο βρισκόταν το σκάφος, δεν οργανώθηκε καμία επιχείρηση διάσωσης. Αυτό είναι ακόμη πιο προβληματικό και ανησυχητικό αν λάβει κανείς υπόψη του ότι λίγες εβδομάδες μετά το ναυάγιο, το ίδιο σκάφος του Λιμενικού συμμετείχε σε άσκηση έρευνας και διάσωσης, όπου έπραξε εντελώς διαφορετικά από ό,τι φαίνεται να έπραξε εκείνο το βράδυ”.
Η Δήμητρα Ανδρίτσου επιμένει ότι έναν χρόνο μετά υπάρχουν πολλά αντιφατικά στοιχεία και διερωτάται: Γιατί υπάρχουν αντιφατικές πληροφορίες από το σκάφος του Λιμενικού και από τα δύο εμπορικά πλοία που προσέγγισαν το Adriana; Γιατί υπάρχουν αντιφάσεις στις δηλώσεις του Λιμενικού; Γιατί εστάλη με καθυστέρηση το συγκεκριμένο σκάφος του Λιμενικού, το οποίο επιπλέον δεν είναι κατάλληλο για διασώσεις;
Γιατί δεν ξεκίνησε από το πρωί της 14ης Ιουνίου και το πρώτο μήνυμα η επιχείρηση διάσωσης, ενώ ήταν σαφές ότι πρόκειται για υπερπλήρες πλοιάριο; Γιατί ενώ υπήρχαν αεροφωτογραφίες της Frontex από το πλοιάριο που κατέγραφαν καθαρά την κατάσταση δεν ξεκίνησε νωρίτερα επιχείρηση έρευνας και διάσωσης; Γιατί δεν υπήρχαν κάμερες καταγραφής στο σκάφος του Λιμενικού, μονολότι είχε ζητηθεί αυτό ρητά από την Frontex; Γιατί μετά τη βύθιση του πλοίου η επιχείρηση διάσωσης άρχισε 20 λεπτά αργότερα; Για την Δήμητρα Ανδρίτσου πρέπει να δοθούν απαντήσεις για να επέλθει δικαιοσύνη, νομική και ηθική, στις οικογένειες των θυμάτων και τους επιζώντες.